φιλόγονος

φιλόγονος
-ον, Α
αυτός που αγαπά τα παιδιά του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο)-* + -γονος (< γόνος), πρβλ. παλαιό-γονος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • φιλόγονος — loving one s children masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ερωφίλη — Θεατρικό έργο (τραγωδία) του Γεωργίου Χορτάτζη. Γράφτηκε περίπου το 1600, ενώ εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1637 με την επιμέλεια του Κύπριου Ματθαίου Κιγάλα. Αποτελείται από 3.067 στίχους και έχει 5 πράξεις, στις οποίες παρεμβάλλονται 4 μουσικά… …   Dictionary of Greek

  • φιλ(ο)- — ΝΜΑ α συνθετικό μεγάλου αριθμού ονομάτων, καθώς και ελάχιστων ρημάτων (που θα έπρεπε πιθ. να θεωρηθούν ως μετονοματικά παρ. αμάρτυρων τ.) όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στο επίθ. φίλος. Τα σύνθ. με φιλ(ο) ανήκουν στην… …   Dictionary of Greek

  • φιλογονία — ἡ, Α [φιλόγονος] το να αγαπάει κανείς τα παιδιά του …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”